κέστρο

κέστρο
(Cestrum). Γένος αγγειοσπέρμων δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των σολανιδών, που περιλαμβάνει αρκετά είδη δηλητηριωδών φυτών των τροπικών περιοχών της Αμερικής. Πολλά από αυτά καλλιεργούνται και σε κήπους ως διακοσμητικά, όπως τα είδη κ. το κομψό, κ. το γαλάζιο και κ. το ροδόχρωμο. Μερικά αναδίδουν ιδιαίτερα δυσάρεστη μυρωδιά.
* * *
το (Α κέστρον) [κεντώ]
νεοελλ.
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικοτυλήδονων φυτών τής οικογένειας σολανίδες
αρχ.
1. είδος αρωματικού φυτού («κέστρον, Ῥωμαϊστὶ δὲ βετονίκη», Γαλ.)
2. είδος σταχιού
3. οδοντωτό εργαλείο που χρησιμοποιείται στην εγκαυστική ζωγραφική.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κεστρίτης — κεστρίτης, ὁ (Α) [κέστρον] φρ. «κεστρίτης οἶνος» κρασί αρωματισμένο με το αρωματικό φυτό κέστρο …   Dictionary of Greek

  • κεστρωτός — κεστρωτός, ή, όν (Α) 1. αυτός που έχει σκληρυνθεί στο άκρο του με τη φωτιά 2. αυτός που έχει κατασκευαστεί με το γλυπτικό ζωγραφικό εργαλείο κέστρο*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κέστρον, πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου *κεστρῶ] …   Dictionary of Greek

  • νυχτολούλουδο — Κοινή ονομασία φυτών των οποίων τα άνθη ανοίγουν τη νύχτα και κλείνουν την ημέρα. Τέτοιο φυτό είναι η μιράμπιλις η γιαλάπα, που λέγεται επίσης και δειλινό. Είναι θαμνόμορφη κονδυλόρριζη πόα, ύψους 50 80 εκ. και κατάγεται από το Περού. Έχει φύλλα… …   Dictionary of Greek

  • οξύκεστρο(ν) — το είδος χαλύβδινου κοπιδιού ή γλυφίδας που χρησιμοποιείται από ξυλουργούς, λεπτουργούς, σιδηρουργούς και τορνευτές. [ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ * + κέστρο(ν) «γλυπτικό εργαλείο»] …   Dictionary of Greek

  • σαξίφραγο — το / σαξίφραγον, ΝΜΑ, και πιθ. εσφ. τ. σαρξιφάγον και σαρξιφαγές ΜΑ, και σαξίφραγος, ὁ, ἡ, Α νεοελλ. βοτ. η σαξιφράγα μσν. αρχ. το φυτό κέστρο. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σαξιφράγα] …   Dictionary of Greek

  • ψυχότροφον — τὸ, Α το φυτό κέστρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψῦχος + τροφον (< τρέφω)] …   Dictionary of Greek

  • Πέργη — Πόλη της Μικράς Ασίας, πρωτεύουσα της Παμφυλίας, στον πλωτό ποταμό Κέστρο. Εκεί κοντά βρισκόταν ο περίφημος ναός της Περγαίας Αρτέμιδας, που προς τιμήν της γίνονταν κάθε χρόνο γιορτές. Υπήρξε πατρίδα του μεγάλου γεωμέτρη Απολλώνιου, που έζησε τον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”